- πυλίδα
- πυλίςlittle gatefem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης … Dictionary of Greek
πυλίς — ίδος, ἡ, Α 1. μικρή πύλη («τὴν κατά Καναστραῑον πυλίδα», Θουκ.) 2. στον πληθ. αἱ πυλίδες είδος ασθένειας τού πρωκτού. [ΕΤΥΜΟΛ. < πύλη + επίθημα ίς, ίδος] … Dictionary of Greek